ψωνίζομαι

ψωνίζομαι
ψωνίζομαι, ψωνίστηκα βλ. πίν. 34
——————
Σημειώσεις:
ψωνίζομαι : με την ειδική έννοια (για πόρνη κτλ.) ψάχνω να βρω πελάτη.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”